αιφνίδιος θάνατος

αιφνίδιος θάνατος
Ο απρόοπτος και σύντομος θάνατος που οφείλεται σε κάποια άγνωστη φαινομενικά, εσωτερική παθολογική ή φυσιολογική αιτία. Το ποσοστό των α.θ. στο σύνολο των θανάτων είναι σχετικά μικρό. Από πλευράς φύλου περισσότερο ευπρόσβλητο είναι το αντρικό, πράγμα που οφείλεται στον τρόπο διαβίωσης των αντρών. Από πλευράς ηλικίας μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι ο άνθρωπος είναι πάντοτε εκτεθειμένος στον α.θ., η πιθανότητα όμως να συμβεί αυξάνει με την πάροδο του χρόνου. Από πλευράς των οργάνων που η βλάβη τους προκαλεί τον θάνατο, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν οι παθήσεις της καρδιάς και των αγγείων. Α.θ. μπορούν να προέλθουν επίσης από τις νόσους του αναπνευστικού συστήματος (πνευμονία, βρογχοπνευμονία κλπ.), του νευρικού συστήματος (μηνιγγίτιδες, εγκεφαλικές αιμορραγίες κλπ.), του πεπτικού συστήματος (έλκος στομάχου, δωδεκαδάκτυλου κλπ.), του ήπατος, των νεφρών, των επινεφριδίων, της σπλήνας, στη διάρκεια της εξέλιξης των λοιμωδών νόσων, στη διάρκεια της κύησης, του τοκετού και της λοχείας, στις χειρουργικές επεμβάσεις και, τέλος, στα διάφορα στάδια της παιδικής ηλικίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αιφνίδιος — α, ο επίρρ. α απροσδόκητος, ξαφνικός: Λύπησε όλους ο αιφνίδιος θάνατός του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • αγγελοβάρημα — το χτύπημα που καταφέρεται από τον άγγελο τού θανάτου, αιφνίδιος θάνατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < άγγελος + βάρημα] …   Dictionary of Greek

  • αγγελοκρουσμός — ο [αγγελοκρούω] αιφνίδιος θάνατος …   Dictionary of Greek

  • θυμός — Αδένας έσω εκκρίσεως, που βρίσκεται στο ψηλότερο τμήμα του μεσοθωράκιου, πίσω από το στέρνο. Έχει μήκος, κατά τη γέννηση, περίπου 5 εκ., πλάτος 1,5 εκ. και αντίστοιχο πάχος. Το βάρος του κυμαίνεται μεταξύ 10 12 γρ. Λίγο πριν την ήβη αποκτά τον… …   Dictionary of Greek

  • θύμος — Αδένας έσω εκκρίσεως, που βρίσκεται στο ψηλότερο τμήμα του μεσοθωράκιου, πίσω από το στέρνο. Έχει μήκος, κατά τη γέννηση, περίπου 5 εκ., πλάτος 1,5 εκ. και αντίστοιχο πάχος. Το βάρος του κυμαίνεται μεταξύ 10 12 γρ. Λίγο πριν την ήβη αποκτά τον… …   Dictionary of Greek

  • στεφανιαίος — α, ο / στεφανιαίος, αία, ον, ΝΜΑ αυτός που μοιάζει με στεφάνι ή αυτός που ανήκει στο στεφάνι νεοελλ. φρ. α) «στεφανιαία ανεπάρκεια» ιατρ. ανεπάρκεια αιμάτωσης τών στεφανιαίων αρτηριών, δυσαναλογία μεταξύ προσφερόμενου αίματος και τροφικών αναγκών …   Dictionary of Greek

  • συντρίμμι — το, Ν 1. θραύσμα, σύντριμμα 2. μτφ. (για πρόσ.) ψυχικό ή σωματικό ερείπιο («τόν έκανε συντρίμμι ο αιφνίδιος θάνατος τού πατέρα του»). [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. σύντριμμα, μέσω ενός αμάρτυρου υποκορ. *συντρίμμιον] …   Dictionary of Greek

  • Κισλόφσκι, Κριστόφ — (Krzysztof Κieslowski, Βαρσοβία 1941 – Λίμνη Μαζουρίας 1996). Πολωνός σκηνοθέτης και σεναριογράφος του κινηματογράφου. Σπούδασε στη φημισμένη κινηματογραφική σχολή του Λοτζ και ασχολήθηκε με το ντοκιμαντέρ και την τηλεόραση (Η ουλή, 1976) προτού… …   Dictionary of Greek

  • βίαιος — α και η, ο (AM βίαιος, α, ον) 1. αυτός που γίνεται με τη βία, που είναι αποτέλεσμα βίας 2. όποιος ενεργεί ή επιδρά με βιαιότητα 3. (για πρόσωπο) απότομος, σκληρός 4. (για άνεμο) δυνατός, ορμητικός νεοελλ. φρ. 1. «βίαιη προσαγωγή» καταναγκαστικό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”